«Πράξις - Δια-φυγή - Γραφές & Επάλληλα»

Η συμμετοχή και η ερμηνεία της ζωής που είναι διάφανες στα έργα τέχνης, είχαν οδηγήσει ως τώρα τη Μαρία Βλαντή σε ολοκληρωμένες κλασικές λύσεις με τέλεια δομή πλοκή και συνάφεια.

 

Συνέχεια τους είναι και τα τωρινά της έργα που διατηρούν το νομοτελειακό κανόνα της ενιαίας σύνθεσης με προεξάρχουσα και πάλι τη δομή. Δηλώνουν όμως μιαν άλλη αφετηρία, μιαν άλλη πρόθεση καταλήγοντας σε αποτελέσματα το ίδιο δυναμικά και στέρεα, μα διαφορετικά. Έτσι το μεγαλύτερο έργο της, επαναστατικό στη σύλληψη και στην επιλογή των βασικών στοιχείων –ακανόνιστοι πλαστικοί όγκοι που θυμίζουν καταστροφή, σεισμό ή ότι άλλο– δομεί με την σοφή σύνθεση της, με αυτά και παρόλα αυτά μια επιβλητική, σοβαρή, γοητευτική και μεγαλόπρεπη σύνθεση.

 

Και τα άλλα της έργα, έχουν δικό τους νόημα και χαρακτήρα. Θα ξεχωρίσω όμως ένα για τη μεγάλη διαφορά ή ίσως για την ολοκλήρωση μιας προηγούμενης ιδέας. Σ’ αυτό υπάρχουν δύο κολώνες άσπρες, ορθογωνισμένες και εντελώς απλές. Στο κενό που σχηματίζουν όμως και ως το ύψος τους, για πρώτη φορά στο έργο της Βλαντή εμφανίζονται φόρμες, μαύρες φόρμες με σχήματα έντονων ακαθόριστων μορφών που υπερυψώνονται η μια πάνω στην άλλη ασφυκτιώντας, καλύπτοντας και αντιδρώντας στην αρπάγη. Σύνθεση νέα με αντιθετικά στοιχεία και νόημα ξεκάθαρο.

 

 

Μαίρη Χατζινικολή

Μάρτιος 2016

«Επίφαντα»

Aπόλυτα προσωπική, όπως πάντα, όσο και υψηλών προδιαγραφών σε ποιότητα εκτέλεσης, η τελευταία δουλειά της γνωστής γλύπτριας Μαρίας Βλαντή που παρουσιάζεται μέχρι τις 21 Απριλίου 2012 στη γκαλερί «Μέδουσα», Ξενοκράτους 7, εντυπωσιάζει για ακόμα μια φορά.

 

Πρόκειται για μια σειρά γλυπτών σε πηλό μεγάλου μεγέθους – δύο μέτρα ύψος το καθένα, που ενώ είναι αυθύπαρκτα αποτελούν συνήθως δυνητικά ένα πολυσήμαντο περιβάλλον. Οι κυρίαρχες εδώ αφηρημένες φόρμες –σε μαύρο, ώχρα, λευκό ή και υπόλευκο χρώμα–χαρακτηρίζονται συνάμα από μία πρωτόφαντη οργανική υπόσταση που προικίζει με ιδιωματική ζωντάνια το όλο έργο.

 

Απόλυτα δεμένη με τις προηγούμενες φάσεις δουλειάς της δημιουργού, η τωρινή ενότητα τεκμηριώνει την έντονη προσωπικότητα της Βλαντή, που κατορθώνει να εναλλάσσει εκ των ένδον τις εκάστοτε λύσεις, χάρη στις οποίες διαφοροποιείται επαγωγικά το έργο της. Λύσεις που, καθότι επεξεργασμένες μέσα από την έντονη προσωπικότητα της γλύπτριας, επαληθεύουν όποια και αν είναι κάθε φορά η ενορχήστρωσή τους, την αυθεντικότητα και τον απόλυτα προσωπικό χαρακτήρα της πλαστικής της έκφρασης. Οπωσδήποτε αποτέλεσμα σοβαρής και χαρισματικής προεργασίας μέσα από τα σχέδια και τις μακέτες, τα έργα της Βλαντή , χάρη στην ευγένεια και την άνεση που αποκαλύπτουν στους διάφορους χειρισμούς, κρύβουν έντεχνα την όποια αυστηρή και επίπονη προετοιμασία, όπως ακριβώς συμβαίνει με κάθε έργο υψηλής ποιότητας και έμπνευσης. Τα έργα, δουλεμένα σε διαφορετικές όψεις και υποβάλλοντας δίχως εξαίρεση την εντύπωση της σύγκλισης–απόκλισης, προβάλλουν κατοικημένα από την αίσθηση αυτής καθαυτής της οργανικής υπόστασης–ύπαρξης. Κι αυτό διότι δείχνουν ότι αναπνέουν, ότι συστέλλονται, δηλαδή και διαστέλλονται στο χώρο, τον οποίο κατορθώνουν να μη διακόπτουν, επειδή ακριβώς «κινούνται» σε μια ιδιωματική και συνάμα απόλυτη αρμονία με αυτόν. Σηματοδοτούν όντως κάθε φορά προικισμένα τα γλυπτά της Βλαντή, μια ολόκληρη κατάσταση, καθώς έχουν μια διαχρονικά εννοημένη και σημαίνουσα υπόσταση.

 

Η καλλιτέχνης που έχει σπουδάσει ζωγραφική στην ΑΣΚΤ Αθηνών, έχει παρουσιάσει τη δουλειά της σε εφτά ατομικές εκθέσεις και έχει διακριθεί με Α’ βραβείο σε πέντε πανελλήνιους διαγωνισμούς, ενώ επίσης έχει τιμηθεί με αργυρά μετάλλια στο Διεθνή Διαγωνισμό Κεραμεικής

της Faenza, του Gualdo Tardino κ.α.

 

 

Ντόρα Ηλιοπούλου Ρογκάν

ΕΠΙΚΑΙΡΑ

22 Μαρτίου 2012

«Συστοιχίες»

Οι Συστοιχίες της Μαρίας Βλαντή

 

Η πλαστική είναι η αντίθετη διαδικασία της γλυπτικής όπως η αφαίρεση είναι ο αντίποδας της αναπαράστασης. Με τα δύο αυτά ζεύγη αντιθέσεων που χρησιμοποιεί η Μαρία Βλαντή στη νέα ενότητα γλυπτών, μας εισάγει στο δικό της διάλογο για τη μορφή και το χώρο, την υπόσταση των μορφών μέσω της συνέχειας, της διακοπής ή της αντιστοιχίας τους, το δυναμισμό του μεγέθους και της πυκνότητάς τους σε οριζόντια ή κάθετη κατεύθυνση, τη στρωματογραφία της ύλης τους.

 

Πριν επτά χρόνια (Μέδουσα, 2002), στις πήλινες σχηματοποιημένες αφαιρετικές μορφές που αποκαλούσε ‘Μορφότυπα’ ένα κάθετο βαθύ κόψιμο στην επιφάνειά τους άφηνε το βλέμμα του θεατή να εισχωρήσει στο σκοτεινό πεδίο και επέτρεπε στη φαντασία να σχηματίσει την εντύπωση μίας αυστηρής θεότητας του κενού. Συνεχίζοντας τη μελέτη της φόρμας των κεραμικών όγκων και προσπαθώντας να βρει λύσεις στην υφή και το χρώμα του υλικού, στην ενότητα με τίτλο ‘Όψεις’ (Μέδουσα, 2006) πολλαπλασίασε τις παχιές ή λεπτές χαραγματιές στην τραχιά ή γυαλιστερή επιφάνειά του. Ήταν σαν να πάλευε με τη γυμνότητα της ίδιας της φόρμας την οποία επιχειρούσε να ντύσει όπως οι Σουμέριοι γλύπτες, πεντέμισι χιλιάδες χρόνια πριν στο Ν. Ιράκ, με χαράξεις στον μαλακό πηλό ντύνανε τις κωδωνόσχημες και κυλινδρικές περίοπτες θεότητες που τοποθετούσαν πάνω σε λατρευτικούς πάγκους στα ιερά τους.

 

Για την Μαρία Βλαντή, η χάραξη έγινε το εργαλείο της ποίησής της στην επιφάνεια της τριμερούς κεραμικής φόρμας από τη στιγμή που αποφάσισε με έναν άλλο τρόπο να καταστήσει πιο γόνιμο το αποτέλεσμα των χαράξεων. Μια βαθιά χάραξη που σκίζει τη φόρμα και η τομή της ταυτίζεται με το κενό, οδηγεί σε μια αινιγματική ανιμιστική θεολογία, τύπου Lucio Fontana, η οποία όμως δεν αιτιολογείται στις παρούσες ιστορικές καταστάσεις. Από την άλλη, με μια και μοναδική με ή πολλές επιφανειακές χαράξεις στην κεραμική επιφάνεια, κινδυνεύει να παγιδεύσει τη φόρμα σε μια εξωτερική διακοσμητικότητα με τρόπο, ώστε να χαθεί η αυτονομία της κεραμικής μορφής στο χώρο και να υποδαυλιστεί το περιεχόμενό της. Η χάραξη είναι αποτέλεσμα του εργαλείου που κρατά το χέρι πάνω στην επιφάνεια. Από το συνδυασμό των χαράξεων δημιουργήθηκε η πρώτη γραφή στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, που αρχικά ήταν ιδεογραφική και στη συνέχεια εξελίχτηκε σε σφηνοειδή. Κατά συνέπεια, η χάραξη πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν μέρος του εικαστικού περιεχομένου του έργου. Κατασταλάζοντας στην άποψη ότι η χάραξη δεν πρέπει να κατακερματίζει ή να διακοσμεί την επιφάνεια της ύλης η Μαρία Βλαντή προχώρησε στην υποδόρια μελέτη της ύλης. Έτσι, ανέπτυξε ένα ‘επιφανειακό ξεφλούδισμα’ που σύντομα απλώθηκε στην επιφάνεια και το βάθος του κεραμικού γλυπτού. Καθώς η ίδια επεκτεινότανε στη μελέτη της ξεφλουδισμένης ύλης, δημιούργησε μια νέα σειρά πρωτότυπων έργων στα οποία κυριαρχούν η ακρίβεια και η τάξη. Ενώ τα κάθετα γλυπτά της ολοκληρώνονται από τρία μέχρι και πέντε διαφορετικά κεραμικά τμήματα τοποθετημένα το ένα πάνω στο άλλο ώστε να εφαρμόζουν με απόλυτη ακρίβεια σε ύψος μέχρι και δύο μέτρα, οι συστηματικές κάθετες ή οριζόντιες χαράξεις που επαναλαμβάνονται ρυθμικά στο κοίλο ή προεξέχον τμήμα, δημιουργούν άμεσους δεσμούς συνέχειας και ροή της φόρμας από το επιμέρους τμήμα στη γενική μορφή.

 

Η νέα εργασία της Μαρίας Βλαντή είναι μία σταδιακή αποκάλυψη και διερεύνηση των αλληλοεπικαλυπτόμενων εννοιών που εσωκλείει μια μορφή της αφηρημένης τέχνης στην εποχή που θριαμβεύει η νέο-ποπ ηλεκτρονική εικονογραφία. Το συμπαγές τραχύ ή λειασμένο περίβλημα του έργου σε ανοιχτούς και άλλοτε σε σκούρους χρωματισμούς εναλλάσσεται με τις εσωτερικές γραμμώσεις και δημιουργείται ένας διάλογος ανάμεσα στην επιφάνεια και το πεδίο των γραμμών, που επιτρέπει να μην αλλοιωθεί η αισθητική του συνόλου. Ο θεατής που θα επιχειρήσει νοηματική ανάλυση των μορφών της, αντιλαμβάνεται ότι η ίδια η μορφή παραμένει αμείλικτα εκτεθειμένη στην απροσδιοριστία και το διφορούμενο, βασικά στοιχεία ομορφιάς της αφηρημένης τέχνης. Μπροστά στις αφαιρετικές κεραμικές φόρμες της Μαρίας Βλαντή, η αντίληψή που έχουμε για την τρισδιάστατη αναπαράσταση του κόσμου επιχειρεί να τις συμπληρώσει μέχρι να φτάσουμε στο οικείο, το προσιτό. Τοποθετημένα κατακόρυφα τα ζεύγη, κατ’ αντιστοιχία ή αντιπαράθεση, μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι οι συνθέσεις της αναφέρονται στη σχέση αρσενικού / θηλυκού, επιφάνειας / βάθους. Στις συνθέσεις πλάτους η σύνδεση των τεμαχισμένων κεραμικών μεταξύ τους εντείνει τη σχέση κενού / πλήρους, επιφάνειας / χώρου. Και στις δύο περιπτώσεις, το μέγεθος και η πυκνότητα προκαλούν ένα συναίσθημα αναπόφευκτου δυναμισμού, ενώ η τοποθέτησή τους σε κάθετη ή οριζόντια κατεύθυνση, συνδράμει στο να κατανοήσουμε την κοινή τους πρόθεση να εισχωρήσουν στον οικείο και φυσικό χώρο του ανθρώπου και να δημιουργήσουν έναν νέο χώρο, ώστε οι αφηρημένες μορφές να επιβιώνουν και παράλληλα να τον γεμίσουν ενέργεια.

 

Αυτή την πρόθεση εμπεριέχουν οι τρισδιάστατες μορφές της κεραμικής γλυπτικής της Μαρίας Βλαντή. Όσο παράδοξος και αντιφατικός να ηχεί ο όρος ‘κεραμική γλυπτική’ στη στενή έννοια της τεχνικής διαδικασίας που προϋποθέτουν αυτές , –αφού στη γλυπτική αφαιρείς το σκληρό υλικό ενώ στην πλαστική πλάθεις τον μαλακό πηλό–, η καλλιτέχνης με έναν μοναδικό τρόπο γεφυρώνει τις δύο ανόμοιες τεχνικές σε ένα επιθυμητό και πρωτότυπο αποτέλεσμα μεθοδευμένης αφαιρετικής τέχνης, προσφέροντας την ευχαρίστηση της ακροβασίας και της διφορούμενης ερμηνείας.

 

 

Γιάννης Κολοκοτρώνης

Επίκουρος Καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης

ΔΠΘ, Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Αρχιτεκτόνων-Μηχανικών

«Όψεις»

Η αισθητική αναζήτηση που καθορίζει το χαρακτήρα αυτής της έκθεσης επικεντρώνεται αποκλειστικά στη φόρμα. Συνέχεια και εξέλιξη μιας αρχικής ιδέας, που ήταν η δημιουργία γλυπτι-

κών όγκων με αφηρημένη μορφή.

Προσπάθησα επί μακρόν να υποτάξω τις εγγενείς τεχνικές δυσκολίες του υλικού στην υλοποίηση της ιδέας, να δώσω λύση στο πρόβλημα της στήριξης των όγκων, να επεξεργαστώ την υφή και το χρώμα της επιφάνειας.

Σταδιακά, οι αρχικές φόρμες οδήγησαν σ’ αυτές τις νέες σπονδυλωτές δομές, που σαν ν’ αναζητούσαν η μια την άλλη, συγκροτήθηκαν ξανά σ’ ένα σύνολο.

Τελικά, οι «Όψεις» ίσως πραγματώνουν για τον καθένα ένα κόσμο είτε οικείο είτε αναγνωρίσιμο. Ίσως, μέσα από την “ασυνείδητη ελευθερία” της τέχνης, να φανερώνουν τη δική μου πραγματικότητα.

 

Μαρία Βλαντή

κείμενο καταλόγου, 2006

«Μορφότυπα»

Τα Κεραμικά Μορφότυπα της Μαρίας Βλαντή

 

Τι εντύπωση θα προκαλούσε στον επισκέπτη του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης αν στη διπλανή αίθουσα αντίκριζε τις αυστηρές κεραμικές μορφές της Μαρίας Βλαντή; θα μπορούσαμε να φανταστούμε κεραμικά Κυκλαδικά ειδώλια μεγεθυσμένα, σε φυσικές αναλογίες, με λιγότερα γωνιώδη χαρακτηριστικά, με κωδωνόσχημη ή πεπλατυσμένη βάση να στέκουν ακίνητα στη σιωπή τους και επιβλητικά απέναντι στο θεατή;

 

Μπορεί η Μαρία Βλαντή να μην το έθεσε σαν ερώτημα όταν ξεκινούσε τις δοκιμές της πάνω στις νέες μορφές και να προκύπτει από την παρατήρηση επί των έργων της ενότητας που εκθέτονται, ο θεατής όμως αντιλαμβάνεται πως η καλλιτέχνης φέρνοντας στο προσκήνιο κάποιο κεφάλαιο της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, αναμετρά τη δύναμη της φαντασίας της και μεταγλωτίζει την ιστορία σε εικόνες του σύγχρονου ανθρώπου.

 

Όσο και να έχουμε εξοικειωθεί με τις φόρμες της στατικής γλυπτικής αλλά και των κινούμενων κατασκευών πάντα υπάρχει μέσα μας, ιδιαίτερα στους καλλιτέχνες, η αρχική ιδέα της γλυπτικής που ξεκινά από τα αφαιρετικά σχηματοποιημένα ειδώλια για να φτάσει στα οργανικά δομημένα γλυπτά. Όταν η Μαρία Βλαντή, κατάφερε να επεκτείνει τις αναζητήσεις της από τις μικρές τρισδιάστατες κεραμικές φόρμες στα ζητήματα της μεγάλης αυτόνομης πήλινης μορφής στο χώρο, τότε ανακάλυψε την ιερατική μεγαλοπρέπεια που εμπεριέχει η αυστηρή ακρίβεια των προϊστορικών μορφοτύπων των ξόανων και των Κυκλαδικών ειδωλίων που βρίσκουνε οι αρχαιολόγοι στις ανασκαφές τους. Τα ξόανα, τα λατρευτικά ξύλινα ανθρωπόμορφα ομοιώματα που παρίσταναν τη θεότητα μέσα στο ιερό και στα οποία οι Κρητικοί, οι Κυκλαδίτες και οι Μυκηναίοι πρόσφεραν τα σχηματοποιημένα ειδώλια για να καθαγιάσουν την ύπαρξη τους, είχαν τη μαγεία πάνω τους που την προκαλούσε η αφαίρεση από την πραγματικότητα. Αυτό το στοιχείο της μαγείας ενσωματώνεται στις σύγχρονες μορφές της Μαρίας Βλαντή. Η καλλιτέχνης δεν μας καλεί να δούμε την ταυτότητα τους, σαν ελεύθερες αντιγραφές ή διανοητικές μεταγραφές των ειδωλίων της εποχής του χαλκού, αλλά να αναρωτηθούμε για τη δύναμη που διαπερνά την αφαιρετική σχηματοποίηση ώστε σε κάθε εποχή, να μεταφέρει συναισθήματα και να επεμβαίνει στην ψυχολογική ιδιοσυγκρασία του θεατή.

 

Έτσι, η νέα ενότητα που παρουσιάζει στην Μέδουσα Αίθουσα Τέχνης της Μαρίας Δημητριάδη, περιλαμβάνει πήλινες αφαιρετικές μορφές, στις οποίες πρέπει να υπογραμμίσουμε τη στατική σχηματοποίηση τους περισσότερο από τη σημασία τους. Κοιτάζοντας σε κάθε μορφή χωριστά, έχουμε μία εύγλωττη απάντηση στο πώς θα μπορούσε ένας σημερινός καλλιτέχνης να δημιουργήσει νέες φόρμες που να περιέχουν την αναφορά της ιστορίας της τέχνης και να παραμένουν διαρκώς ανοιχτές σε πληροφορίες και προσωπική εμπειρία. Από αυτή τη σκοπιά, θα μπορούσα να ισχυριστώ πως είναι μία σκληρή απάντηση με ενδιαφέρουσα υποσυνείδητη φιλοσοφική άποψη και δομημένη αισθητική τοποθέτηση στην εφήμερη εικονογραφία του σύγχρονου κόσμου. Η ταχύτατη ροή των πραγμάτων ανακατεύει τις εικόνες των έργων τέχνης με τις εικόνες της διαφήμισης. Έτσι, τα μάτια μπορεί να εμπλουτίζουν σε εμπειρίες αλλά φτωχαίνει η ανθρώπινη συνείδηση σε ποιότητα αισθητικής και σε ποσότητα γνώσης, ώστε να καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι όλα είναι ενδιαφέροντα άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο. Σ’ αυτό το ανακάτεμα, τα έργα χάνουν τμήμα από τη στέρεα και συμπαγή δομή τους και οι διαφημιστικές εικόνες, αποκτούν κάτι από τον χαρακτήρα των έργων τέχνης.

 

To 1976 ο Τσέχος καλλιτέχνης Jiri Kolarγ (1914). δημιούργησε τη δική του εκδοχή πάνω σε τρία Κυκλαδικά Κεφάλια, που εξέθεσε σε ενιαία βαθμιδωτή βάση. Το καθένα από αυτά ήταν ένα σχόλιο στα χαρακτηριστικά του σύγχρονου πολιτισμού. Στο μέτωπο του ενός κεφαλιού τοποθέτησε μία βούλα και μία μαύρη κηλίδα για στόμα, στο δεύτερο ζωγράφισε τον γαλαξία και στο τρίτο επικόλλησε ένα στρογγυλό χαρτόνι με μικροτσίπ. Το έργο ανήκει στη συλλογή Albright-Knox Art Gallery και είναι προσφορά του Ιδρύματος Evelyn Ramsey Cary. Κατά την αντίληψη μου, το έργο είναι μία διαφημιστική εκδοχή ενός σημαντικού πολιτιστικού προϊόντος, από το οποίο αντικαθίσταται η πνευματικότητα και η ιστορία από την ειρωνεία και την μεταφορά. Αναφέρομαι στο συγκεκριμένο παράδειγμα του Τσέχου καλλιτέχνη, για να υποστηρίξω την άποψη ότι από τη στιγμή που δεν υπάρχει μίμηση της πολιτιστικής μνήμης αλλά κατασκευή και διαμόρφωση νέων μορφοτύπων που να εμπεριέχουν διαχρονικά στοιχεία της πολιτισμικής μνήμης, τότε μπορούμε να θεωρήσουμε πρωτότυπη και ενδιαφέρουσα τη νέα αισθητική πρόταση της Μαρίας Βλαντή.

 

Κάθε αυτονομημένη πήλινη τρισδιάστατη μορφή χωρίζεται σε τρία τμήματα. Ένα στενόμακρο, συμπαγή, κωνικό ή ωοειδή κορμό που πατά σε βάση ή στο έδαφος, μία υπόνοια λαιμού που δηλώνεται με ένα μικρό κεραμικό όγκο ακανόνιστου σχήματος και ένα τρίτο πεπλατυσμένο, κυλινδρικό ή ακανόνιστο κομμάτι για το κεφάλι.

 

Πρόκειται για ανεπανάληπτες και μοναδικές μορφές σε φυσικό μέγεθος. Η μοναδικότητα τους επισφραγίζεται στα ισχυρά σχήματα με τα οποία η καλλιτέχνης αντικατέστησε τα χαρακτηριστικά του προσώπου. Ένα κάθετο βαθύ κόψιμο, επιτρέπει στο βλέμμα να εισχωρήσει στο σκοτεινό πεδίο και στη φαντασία να σχηματίσει την εντύπωση μίας θεότητας που εκφράζει το κενό. Το αντίθετο, ένας κύκλος που τον διαπερνά το βλέμμα, αφήνει ανοιχτή την υπόθεση μίας θεότητας της πληρότητας.

 

Η πληρότητα και το κενό είναι οι δύο αρχές αρσενική και θηλυκή που εργάζονται πάντα μαζί στο σύμπαν, μας λένε οι μύστες της εσωτερικής φιλοσοφίας. Ένα ανεστραμμένο τρίγωνο που δείχνει προς τα κάτω, γεμισμένο με μικρές ανάγλυφες διακοπτόμενες διαγώνιες ευθείες αφήνει την υπόνοια της ηβικής χώρας και δίνει την αίσθηση μίας θεότητας του έρωτα. Οροθετημένα μικρά και μεγαλύτερα επιμήκη παραλληλόγραμμα γεμισμένα με ανάγλυφες διακοπτόμενες ευθείες, παραπέμπουν επίσης, στη γονιμότητα. Ένα ανάγλυφο αστρικό σύμβολο (ήλιος;) με μικρές και μεγαλύτερες ακτίνες που απλώνονται στην καμπυλωμένη πλατειά επιφάνεια του κεφαλιού, παραπέμπει σε μία συμβολική θεότητα του φωτός, της αλήθειας, της δύναμης, της ανώτατης εξουσίας.

 

Στο έργο της Μαρίας Βλαντή, είναι φανερό πως λειτούργησε ο νόμος της εσωτερικής συγγένειας υποσυνείδητα, αφού πρέπει να δεχτούμε την άποψη της πως δεν είχε πρόθεση να μιμηθεί ή να στοχαστεί πάνω στην Κυκλαδική γλυπτική. Ο νόμος της εσωτερικής συγγένειας της επέτρεψε να δώσει ζωή κατασκευάζοντας, ψήνοντας και συναρμολογώντας ακανόνιστα κεραμικά σχήματα, αντίθετα από τον τρόπο των Κυκλαδιτών γλυπτών που αφαιρούσαν κομμάτια από το μάρμαρο. Αν σ’ αυτούς, το τυχαίο σχήμα του ειδωλίου καθοριζόταν μέσω της εμπειρικής απόξεσης του μαρμάρου, στη Βλαντή το τυχαίο συνυπάρχει με την πορεία του πλασίματος του πηλού και το ψήσιμο του για να φτάσει στο ποθητό αποτέλεσμα. Μέσω της ασυμμετρίας επιτυγχάνει να μεταδώσει την εντύπωση της συνέχειας και της αμεσότητας. Μέσω του φυσικού μεγέθους οι μορφές της διαμορφώνουν μία νέα αίσθηση μεγαλοπρέπειας και εμφανίζονται τόσο περιεκτικές σε νέες ιδέες και νοήματα, ώστε να μας επιτρέπουν να μιλάμε για τη συνέχεια της πνευματικής αναζήτησης απομακρυσμένοι από την χαλαρότητα της ιδεολογίας της βιομηχανίας και της διαφήμισης. Ο Νικόλας Κάλας έγραψε πως η επικοινωνία μέσω της οξυδέρκειας και της ενόρασης σημαίνει να αναδεικνύει κανείς ό,τι είναι κρυμμένο. Χωρίς περιττά ποικίλματα, η Μαρία Βλαντή μας στέλνει τα μηνύματα της συμβολικά ώστε να επιτρέπει στον θεατή να συνδεθεί με τα σημεία και τα νέα σύμβολα της εποχής και του τόπου του.

 

 

Γιάννης Κολοκοτρώνης

Επ. Καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης

Πολυτεχνείο Ξάνθης

Από τη νεολιθική Ελλάδα στη νήσο του Πάσχα

 

«Σ’ αυτές τις πήλινες αφαιρετικές μορφές που υπογραμμίζουν τη στατική σχηματοποίησή τους περισσότερο από τη σημασία τους, ένα κάθετο βαθύ κόψιμο επιτρέπει στο βλέμμα να εισχωρήσει στο σκοτεινό πεδίο και στη φαντασία.». Είναι αλήθεια. Και η φαντασία πετάει από τη «Μέδουσα» της οδού Ξενοκράτους στη Νήσο του Πάσχα και ζητάει να ανακαλύψει την αχρονία ή τη διαχρονία τέτοιων έργων, τη μυστική τους συμφωνία, την αόρατη σχέση μεταξύ τους, τα κοινά που τα ενώνουν, τα διαφορετικά που τα χωρίζουν στη φόρμα, στην ύλη, στο πνεύμα, στο χώρο, στον τρόπο. Κι ακόμη στις εμφανείς προθέσεις. Γιατί οι αφανείς και το υποσυνείδητο μπορεί να είναι το ίδιο για όλους. Ν’ αφήσουν ένα Σήμα πάνω στη Γη. Ένα Σήμα – Σώμα, με την έννοια των αρχαίων. Ένα κάθετο σημάδι στα χνάρια της ύπαρξής μας. Ένα τοτέμ. Είναι αλήθεια πως πολλές φορές αναφέραμε τη λέξη δημιουργός για τους καλλιτέχνες. Αλλά τούτη τη φορά νομίζω πως την άκουσα τη σιωπή της δημιουργίας, έτσι όπως μόνο ο νους μπορεί να ορά και να ακούει. Έτσι καθώς η Μαρία Βλαντή περιέγραφε την Αρχή τους. «Είχα πλάσει αυτές τις φόρμες», είπε, «οριζόντια και γύρευα έναν τρόπο να τις κάνω να σταθούν στα πόδια τους».

 

Η συνέχεια είναι γνωστή. Τα χέρια της γέννησαν τη φόρμα και εκείνη πήρε την πνοή και τη στάση της μορφής κάθετα στη Γη.

 

Ήδη βρισκόμαστε ανάμεσα σε εκφραστικές φιγούρες με ατομικά χαρακτηριστικά, με δικαιώματα σε διάλογο μεταξύ τους και με τον επισκέπτη, αλλά κυρίως με τη ζωγραφική, αφού η ματιέρα τους είναι ξεχωριστή, και με τη γλυπτική, αφού η υφή τους προκαλεί την αφή και ένα χάδι. «Και πως στέκονται έτσι;» ρώτησα αβασάνιστα. Με το βάρος της διαιωνιότητας, με το ειδικό τους βάρος και με ένα μεταλλικό στέλεχος στο εσωτερικό τους.

 

Με τη δική τους άκαμπτη σπονδυλική στήλη, που φαίνεται να αντέχει στο χρόνο και στους ορισμούς. Ήδη περνάμε μια φάση όπου η Πολιτιστική Ολυμπιάδα κυριαρχεί με λαμπρά δείγματα, τουλάχιστον στον τομέα του θεάματος, ενώ ο πολιτισμός των πολιτισμών αναδιατάσσει, αναθεωρεί και επαναπροσδιορίζει καθημερινά της απόψεις μας γι’ αυτόν – και όχι μόνο στα μεγάλα έργα.

 

Με πλήρη συνείδηση και ευθύνη θα έλεγα ότι τα έργα της Βλαντή συμβάλλουν με τον τρόπο τους σ’ αυτόν τον πολιτισμό των πολιτισμών, από τη νεολιθική Ελλάδα και τη σύγχρονη ενωμένη Ευρώπη μέχρι τη μακρινή Νήσο που αναφέραμε παραπάνω.

 

Βιβή Βασιλοπούλου

Επενδυτής, Μάιος 2002